Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ (1974) του Αντρέι Ταρκόφσκι

Ανάλυση – κριτική του Γιώργου Ξανθάκη-(www.fermouart.gr)

Η αντανάκλαση της μνήμης

‘’Βλέπω τον εαυτό μου παιδί και είμαι ευτυχισμένος, γιατί όλη η ζωή είναι μπροστά μου και όλα είναι δυνατά.’’

Μεταξύ των δυο ταινιών επιστημονικής φαντασίας “Solaris” και “Stalker” ο Ταρκόφσκι  σκηνοθέτησε τον «Καθρέφτη»(1974) , ένα μη-αφηγηματικό, ρομαντικό ποίημα που συνδυάζει έγχρωμες κι ασπρόμαυρες εικόνες σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους, υπέροχα πλάνα που απεικονίζουν σκηνές ονείρων, όμορφα τοπία της ρώσικης υπαίθρου και ασπρόμαυρες εικόνες από ντοκιμαντέρ ιστορικού περιεχομένου της προπολεμικής, της μεταπολεμικής, αλλά και κατά της διάρκειας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, περιόδου.

Όλες αυτές οι σκηνές, μονταρισμένες με ανορθόδοξο τρόπο, συνθέτουν τον «Καθρέφτη», μια άκρως αυτοβιογραφική ταινία, που εξωτερικεύει κατά ομολογία του ίδιου του δημιουργού της τα βιώματα, τα συναισθήματα και τις σκέψεις του, βασιζόμενος ως επί το πλείστον, στις παιδικές του αναμνήσεις.

Η μετακόμιση της οικογένειάς του από τη Μόσχα στην επαρχία κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι σχέσεις με την μητέρα του η οποία όπως και στην ταινία έτσι και στην πραγματικότητα, εργάστηκε ως διορθωτής κειμένων σε ένα τυπογραφικό πιεστήριο, ο αποστασιοποιημένος πατέρας του, Arseni Tarkovsky (1907-1989), ο οποίος υπήρξε ένας από τους διασημότερους Ρώσους ποιητές του 20ου αιώνα και στην ταινία ακούγεται να απαγγέλλει μερικά από τα ποιήματά του, και κάποιες αναφορές στον χωρισμό με την σύζυγό του, είναι μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά αυτοβιογραφικά σημεία του της ταινίας.

Μέσα από την ρυθμική διαδοχή των πανέμορφων πλάνων, το επιφανειακό τουλάχιστον θέμα της ταινίας, είναι η ιστορία ενός άνδρα που πάσχει από κάποια ανίατη ασθένεια και λίγο πριν πεθάνει θυμάται το παρελθόν του, φέρνοντας στο μυαλό του όλα τα αγαπημένα του πρόσωπα και γνωρίζοντας πως τους έχει προκαλέσει μεγάλο πόνο, προσπαθεί με έναν προσωπικό μονόλογο να τους ζητήσει συγχώρεση, αλλά δεν ξέρει πως. Ταυτόχρονα μέσα στις μνήμες του έρχονται και τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα της εποχής του όπως μεταξύ άλλων, ο Ισπανικός εμφύλιος, ο πόλεμος και η ατομική βόμβα στην Χιροσίμα.

Ο Ταρκόφσκι εδώ απορρίπτει εντελώς  τους συμβατικούς τρόπους κινηματογραφικής αφήγησης, και με την χρήση πολύ λιγότερων πλάνων απ’ ότι συνήθως έχουν οι ταινίες αυτής της διάρκειας, κινηματογραφεί ακολουθώντας μια ελεύθερη, ποιητική έκφραση, στην οποία ο χρόνος χάνει την λογική σειρά του και το μοντάζ συγχωνεύει συνεχώς απροκάλυπτα, το παρόν με το παρελθόν και το χθες με το αύριο. Οι σκηνές των ονείρων και των φαντασιώσεων, ξεπηδούν ξαφνικά από το πουθενά και προσκαλούν τον δεκτικό θεατή να αφεθεί σε ένα σαγηνευτικό ταξίδι στο οποίο τα συναισθήματα που παράγουν οι εικόνες και οι ήχοι, είναι πιο σημαντικά από την κυριολεκτική σημασία τους.

Ο τίτλος της ταινίας είναι σαφέστατα αλληγορικός και μπορεί για τον καθένα να έχει και μια διαφορετική σημασία που να έχει να κάνει με το καθρέφτισμα της ψυχής ή με το βάθος μιας εικόνας που βλέπουμε κοιτώντας έναν καθρέφτη .

Η ένταση των ονειρικών σκηνών της παιδικής ηλικίας είναι τόσο ιδιαίτερα υπνωτιστική ώστε τα ερωτήματα μιας εικαζόμενης αδιαφάνειας και αδιαπερατότητας της ταινίας να διαλύονται από την επίδραση της χρονικής διαδοχής μιας οπτικά εκπληκτικής, ρυθμικής κινηματογραφικής φαντασίας που αιχμαλωτίζει το βλέμμα και την καρδιά του θεατή. Η υποβλητική χρήση της φύσης από τον Ταρκόφσκι είναι αριστοτεχνική  και συντείνει  στην ποιητική απεικόνιση των ονείρων και των αναμνήσεων και στην ενσωμάτωση τους στο συλλογικό ασυνείδητο του κοινού. Τα αρχεία  των μεγάλων ιστορικών γεγονότων που συνέβησαν στη διάρκεια της ζωής του αφηγητή παρουσιάζονται με στοχαστική αποστασιοποίηση, σε αντίθεση με την ακραία οικειότητα των αναμνήσεων. Αυτό οφείλεται κυρίως στην εξαιρετική χρήση της μουσικής των Bach,Pergolesi και Pursell που συμβάλλει στην συναισθηματική ένταση των σκηνών σε συνδυασμό με την ποίηση του Αrseni Tarkovsky που συνοδεύει αυτές τις  παρελθοντικές εικόνες των επικαίρων. Κατά τη διάρκεια των σύγχρονων σκηνών – αψιμαχίες με την πρώην σύζυγό του, τηλεφωνήματα από τη μητέρα του, συνομιλίες με το γιο του – ο αφηγητής δεν είναι ποτέ ορατός στην οθόνη, διατηρώντας την αίσθηση του θεατή ότι υπάρχει μόνο μέσα στην υποκειμενικότητα του. Η Μαργαρίτα Τέρεχοβα παίζει τόσο την πρώην σύζυγο του αόρατου αφηγητή όσο και τη μητέρα του όταν ήταν νεότερος και η φυσική της ομορφιά δένει με τα εξίσου όμορφα πλάνα της ταινίας, μαγνητίζοντας τον θεατή.

Ο  αείμνηστος κριτικός Αντ. Μοσχοβάκης έγραψε για την ταινία:

«…Ο «Καθρέφτης» είναι έργο περίπλοκο αλλά ειλικρινές, υποκειμενικό αλλά όχι εγωκεντρικό. Απλώνει το στοχασμό του πανανθρώπινα στον έρωτα, την αναζήτηση της ευτυχίας, την τραγωδία της συντριβή των ονείρων μέσα στον πόλεμο, το άγχος του σημερινού κόσμου.

Το έργο είναι ένας ποταμός από υπέροχες εικόνες που παρασύρουν, μαγεύουν, βυθίζουν σ’ έκσταση. Στάχυα που τα χτενίζει ένα άξαφνο μπουρίνι, φυλλωσιές που τις δέρνει μια αδιάκοπη βροχή, μουσκεμένα χορτάρια και θάμνοι, χιονισμένος κάμπος όπου οι άνθρωποι ξεχωρίζουν σα μαύρες κουκκίδες, μια ξύλινη παράγκα που καίγεται μέσα στη νύχτα, ένα γυναικείο χέρι που το διαπερνά χρυσαφένιο το φως, γάλα που σταλάζει στην κόχη ενός παλαιικού τραπεζιού. Εικόνες λουσμένες στο φως του ήλιου, της λάμπας, της φωτιάς, τυλιγμένες σε μισοσκόταδα, δομημένες από κοντράστο του κόντρ-λυμιέρ, υπέροχοι πίνακες που δίνουν οντότητα στα πράγματα, στα πρόσωπα μέσα στον κόσμο των πραγμάτων…».

Εάν ποτέ μια ταινία ενσωματώνει τόσο περίτεχνα την σύλληψη του κινηματογράφου σαν μια εκστατική ενατένιση της διαδικασίας της ανθρώπινης μνήμης αυτή είναι ο «Καθρέφτης». Μια ταινία που χρησιμοποιεί κυρίως μεταφορές και εικόνες και όχι έννοιες ,δηλαδή ένα έργο στο κοινό πεδίο ορισμού σινεμά και ποίησης. Όχι μόνο είναι το αναμφισβήτητο αριστούργημα του Ταρκόφσκι , αλλά είναι και μια από τις ψηλότερες κορυφές στην γενεσιουργό διαδικασία του μοντέρνου σινεμά.

 

Σχολιάστε