23 ΜΝΗΜΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΑΛΛΙΚΟ ΜΑΗ

του Αλέξη Ν. Δερμεντζόγλου

φωτό:«Εάν» (1969) του Λίντσεϊ  ΄Αντερσον

Πριν ακριβώς από 46 χρόνια στους δρόμους του Παρισιού, στις μεγάλες πόλεις της Γαλλίας, οι επαναστατικές κινητοποιήσεις με εκατομμύρια διαδηλωτές τους δρόμου, συντάρασαν όλο τον κόσμο. Η Ελλάδα ήταν υπό τον ζυγό της δικτατορίας. Οι νέοι φοιτητές, μαζί με τους εργάτες διεκδίκησαν το καλύτερο και το ήθελαν εδώ και τώρα. Ο κινηματογράφος επηρεάστηκε βαθιά από τα μηνύματα του γαλλικού Μάη που ήταν αντικομφορμιστικά  και γεμάτα ελπίδα.

Ακολουθεί η προσωπική  μου λίστα με 23 φιλμ, κατά χρονολογική σειρά, που είτε αναφέρονται άμεσα στον γαλλικό Μάη, είτε είναι πρόδρομοι του, είτε  κατά κάποιο τρόπο τον προέβλεψαν ή ακόμα ασχολούνται με την νεανική επαναστατική ροπή. Ο Γκοντάρ παρίσταται με τρείς ταινίες και ο Μπερτολούτσι με δύο.

  1. «Ο επαναστάτης»  (1962) του Τόνι  Ρίτσαρντσον
  2. «Πρίν την επανάσταση» (1966) του  Μπερνάντο   Μπερτολούτσι
  3. «Γουήκ-  εντ» (1966) του Ζαν  Λυκ  Γκοντάρ
  4. «Ο πόλεμος τελείωσε» (1966) του Αλέν  Ρενέ
  5. «Η Κινέζα» (1967) του Ζαν Λυκ  Γκοντάρ
  6. «Κλεμένα φιλιά» (1968) του Φρανσουά  Τρυφώ
  7. « Η ώρα των φούρνων» (1968 ντοκιμαντέρ  του Ουμπέρτο  Σόλας
  8. «Ξένοιαστος καβαλάρης»(1969) του Ντένις  Χούπερ
  9. «Εάν» (1969) του Λίντσεϊ  ΄Αντερσον
  10. «Φράουλες και αίμα» (1970) του Στιούαρτ  Χάγκμαν
  11. «Ζαπρίνσκι Πόιντ» (1970) του Μικελάτντζελο   Αντονιόνι
  12. «Η εργατική τάξη πάει στον παράδεισο» (1971) του ΄Ελιο  Πέτρι
  13. «Όλα πάνε καλά» (1972) του  Ζαν  Λυκ  Γκοντάρ
  14. «Ο χορός των διεφθαρμένων» (1975) του Μπερτράν  Μπλιέ
  15. «Μάης» (1976) του Τάσου Ψαρρά
  16. « Το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο» (1977 ντοκιμαντέρ) του Κρις  Μαρκέρ
  17. «Η πιο τρελή απόδραση του κόσμου» (1978) του Ζεράρ  Ουρί
  18. «Τρίχες» (1979) του  Μίλος Φόρμαν
  19. «Να πεθαίνεις στα 30» (1982 ντοκιμαντέρ) του Ρομάν  Γκουπίλ
  20. «Ο Μιλού τον Μάη» (1990) του Λουί Μαλ
  21. «Οι ονειροπόλοι» (2002) του Μπερνάντο  Μπερτολούτσι
  22. «Συνήθεις εραστές» (2005) του Φιλίπ  Γκαρέλ
  23. «Μετά τον Μάη» (2012) του Ολιβιέ  Ασάγιας

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΑΝΝΩΝ

του Αλέξη Ν. Δερμεντζόγλου

φωτό: «Μια αιωνιότητα και μια μέρα»

Από μεθαύριο Τρίτη 14 Μαίου μέχρι και τις  25 του μήνα διεξάγεται στην Κρουαζέτ  το 77ο φεστιβάλ Καννών.

Από ελληνικής πλευράς μας ενδιαφέρει κατά το ήμισυ. Στο επίσημο διαγωνιστικό διαγωνίζονται οι «Ιστορίες καλοσύνης», είναι η τέταρτη συμμετοχή του Γιώργου Λάνθιμου. Και γράφω κατά το ήμισυ γιατί είναι μια διεθνής παραγωγή και όχι ελληνική συμμετοχή. Ως Ελλάδα θα βρούμε τον Λάνθιμο πριν από 15 χρόνια στο 62ο φεστιβάλ των Καννών. Τότε συμμετείχε στο τμήμα  «Ένα κάποιο βλέμμα» με τον πολύκροτο «Κυνόδοντα» κερδίζοντας το βραβείο στο συγκεκριμένο τμήμα.

Ευκαιρία λοιπόν για μια αναδρομή με τις κορυφαίες επιδόσεις που σημείωσαν  Έλληνες δημιουργοί  στις Κάννες. Αρχίζω με την ταινία που πέτυχε την υψηλότερη επίδοση, δηλαδή τον Χρυσό Φοίνικα. Τον λαμβάνει, από τα χέρια του προέδρου της κριτικής επιτροπής  Μάρτιν Σκορσέζε, στα 1998 ο Θόδωρος Αγγελόπουλος για το «Μια αιωνιότητα και μια μέρα». Ωστόσο,  έχει μια ολόκληρη ιστορία,σε σχέση με τις Κάννες. Τρία χρόνια νωρίτερα, στα 1995, φθάνει δίπλα στον Χρυσό Φοίνικα αλλά τον χάνει από το «Underground»του ΕμιρΚουστουρίτσα. Το θαυμάσιο «Βλέμμα του Οδυσσέα» κερδίζει μεγάλες διακρίσεις. Το μέγα βραβείο της κριτικής επιτροπής της Διεθνούς ΄Ενωσης Κριτικών Κινηματογράφου. Στα 1984 το «Ταξίδι στα Κύθηρα» κι εκείνο φεύγει με  το βραβείο σεναρίου  και της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου.

Επιστρέφοντας στο μακρινό παρελθόν, θα συναντήσουμε στις Κάννες την «Ηλέκτρα» του Μιχάλη Κακογιάννη με μεγάλο τεχνικό βραβείο αλλά και  βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς (θεατρικού  έργου). Δυό χρόνια νωρίτερα το «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασέν αγαπιέται πολύ και η Μελίνα Μερκούρη κερδίζει το βραβείο  πρώτου γυναικείο ρόλου.

Είχαμε κι άλλες συμμετοχές  κι ένα παράδοξο γεγονός. Στα 1975, στο τότε φεστιβάλ, η Ελλάδα δεν στέλνει επίσημα στις Κάννες τον «Θίασο». Ωστόσο, η ταινία του Αγγελόπουλου βρίσκεται εκεί και τελικά κερδίζει εξ ημισείας με το «Αίνιγμα Κάσπαρ Χάουζερ» του Βέρνερ Χέρτζογκ το βραβείο της Διεθνούς ΄Ενωσης  Κριτικών Κινηματογράφου. Ο  Χέρτζογκ σκύβει και φιλάει τις μπότες του Αγγελόπουλου…

Η ΓΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΣ, του Νικολάι Αρσέλ

σχόλιο του Κώστα Γ. Καρδερίνη

Ο νόθος γιος Λούντβιχ Κάλεν (Μαντς Μίκελσεν), βετεράνος αξιωματικός ταπεινής καταγωγής, αυτάρκης και πεισματάρης, κυνηγάει το όνειρό του να κάνει τη στέρφα γη του βασιλιά στη Γιουτλάνδη να καρπίσει, για να του φέρει πλούτη και τιμές και τίτλο ευγενείας. Τα εμπόδια που συναντά πάμπολλα και ποικίλα, με κύριο εχθρό του τον ημιπαράφρονα αυταρχικό γαιοκτήμονα Φρέντερικ ντε Σίνκελ (Σιμόν Μπένεμπεργκ).

Βρισκόμαστε χρονικά στο τέλος της φεουδαρχίας (1754-55) αλλά το σύστημα που παραπαίει αντιστέκεται με βία και ωμότητα. Ο θρύλος του Μάικλ Κόλχαας (Michael Kohlhaas, 2013 Γαλλία /Γερμανία, 122λ) και ο σκοτεινός μεσαίωνας απέχουν δυο αιώνες χρονικά. Ωστόσο ο καμβάς της εποχής του 18ου αιώνα προσφέρεται για να αναδειχθεί καλύτερα η ελευθερία και η ευρύτητα πνεύματος, η αξία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και η πίστη στον εαυτό και στο προσωπικό όραμα. Νέες ιδέες και αντιλήψεις βρίσκονται προ των πυλών, ομάδες καταπιεσμένων και άπορων ανθρώπων μετακινούνται και ψάχνονται, οι τοπικιστικές γεωπολιτικές συνθήκες αλλάζουν, έστω και μετά βίας.

Ο Μαντς Μίκελσεν είναι ιδανικός «φορέας» και ερμηνευτής αυτού του αέρα ελευθερίας. Η ταινία και ο ήρωας είναι «ραμμένα» επάνω του. Το χρονικό του καταφρονημένου που ανατρέπει νοσηρές καθεστηκυίες τάξεις και αμφισβητεί τίτλους και κληρονομικά προνόμια, του ανένδοτου τολμητία που λειτουργεί με ανθρωπιά και δικαιοσύνη σε ένα απάνθρωπο ανάλγητο βασίλειο, πιστεύω πως είναι συνυφασμένο με προσωπικές ηθικές αξίες ενώ παράλληλα διαθέτει τη χάρη, την κορμοστασιά και τη λιτή φινέτσα του επαγγελματία χορευτή.

Bastarden /The Promised Land (2023 Δανία /Σουηδία /Νορβηγία /Γερμανία, 127λ) Νικολάι Αρσέλ

«THE BIG FATHER»

Σχόλιο του Αλέξη Δερμεντζόγλου

Ένα φιλμ που διαθέτει μια σουρεαλιστική underground διάσταση, που επιχειρεί να ξεφύγει από την λαϊκότητα και τη δημαγωγία και ουσιαστικά μιλάει για το θάνατο και το τέλος μέσα από τα κλισέ των τηλεοπτικών ρεπορτάζ αναδύεται ένα «όχημα» το οποίο, κινούμενο με ιλιγγιώδη ταχύτητα, επιχειρεί να στραπατσάρει κι άλλο την ήδη διαλυμένη ελληνική κοινωνία. Οι ταχύτητες της αφήγησης μειώνονται όταν φτάνει το τέλος όπου ένας καρποσταλικός ρομαντισμός αποκτά κατ’ ουσία μια εφιαλτική μελλοντική πρόγνωση που μου θύμισε Μάρκο Φερέρι.

(Από αύριο Πέμπτη μόνο στην Αθήνα)

ΣΙΝΕΜΑ Ο γαλλικός Μάης είναι πάντα εδώ…

φωτό:«Συνήθεις εραστές»

Η φαντασία στην εξουσία, για να θυμηθώ τον πάντα επίκαιρο γαλλικό Μάη. Μα καμία φαντασία δεν μπορεί να απογειώνεται με την εξουσία σε ένα παιχνίδι αποκλειστικά των χρηματοπιστωτικών οργανισμών.

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΑΛΕΞΗΣ Ν. ΔΕΡΜΕΝΤΖΟΓΛΟΥ

Και διηγώντας τα να κλαις, ειδικά αν θυμηθούμε μερικά ακόμη πολύ όμορφα συνθήματα των παρισινών τοίχων. Η ποίηση βρίσκεται στους δρόμους (τώρα στις… τράπεζες). Απαγορεύεται το απαγορεύεται (μα τώρα μιλάμε συνεχώς για περισσότερο έλεγχο και αστυνόμευση). Το αφεντικό έχει ανάγκη από σένα, όχι εσύ από αυτό (και εκατομμύρια άνεργοι εκλιπαρούν τον καθένα για 300-400 ευρώ πλέον).

Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να επαναληφθεί το φαινόμενο του γαλλικού Μάη. Έτσι ή αλλιώς από μόνος του υπήρξε μία υπέροχη ουτοπία, μία ζωντανή φαντασίωση. Εξάλλου οι κοινωνικές, πολιτικές, ιδεολογικές και οικονομικές συνθήκες ήταν σαφώς άκρως διαφορετικές σε σχέση με το σήμερα. Τη δεκαετία του ’60 υπήρχε μεγάλη ανάπτυξη στον ήδη ευημερούντα δυτικό κόσμο. Χρήμα,επενδύσεις, όνειρα, τάσεις φυγής και περιπέτειας αλλά και οράματα, ελπίδες για μεγάλες αλλαγές.

ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ

Στην Ελλάδα βέβαια το ιδεολογικό όραμα είχε ανασταλεί λόγω δικτατορίας. Ο πόλεμος στο Βιετνάμ ένα μεγάλο πρόβλημα και έτσι παράλληλα με το χίπικο κίνημα έχουμε και τις φοιτητικές κινητοποιήσεις στα αμερικανικά πανεπιστήμια. Σε όλο τον πλανήτη φουντώνει η αίσθηση του κόσμου που αλλάζει, ενώ στο χώρο του υπαρκτού σοσιαλισμού καταγράφεται η λεγόμενη Άνοιξη της Πράγας.Ο κινηματογράφος επηρεάζεται από όλα αυτά. Σε κάθε χώρα φτάνουν μηνύματα ανάτασης και ανάταξης. Οι σπουδαίες αντικομφορμιστικές αμερικανικές ταινίες γίνονται σημαία των φοιτητών και στην Ελλάδα. Ακόμη και το γουέστερν-σπαγγέτι στην Ιταλία επηρεάζεται σαφώς και με μία αμφίδρομη δυναμική. Υπάρχουν σπαγγέτι που προαναγγέλλουν τις προσμονές για μεγάλες αλλαγές και άλλα που με μέγιστη πικρία συμπεραίνουν πως οι ελπίδες τους δεν άνθισαν. Δηλαδή μετά το τέλος του γαλλικού Μάη, την καταστολή του φοιτητικού κινήματος για το Βιετνάμ, το συμβιβασμό με την εξουσία υπάρχει ένα κενό, ένα ερωτηματικό: Και τώρα τι γίνεται; Είναι γνωστή η φράση του Ντε Γκολ, ο οποίος κατά τη διάρκεια του γαλλικού Μάη, παρακολουθώντας τους ένστολους να σαπίζουν στο ξύλο τους φοιτητές, εκστόμισε το ιστορικό «Μη βαράτε την αυριανή εξουσία». Και είχε απόλυτο δίκιο.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ

Το ’70 ο μέγας περφεξιονιστής Ιταλός σπαγγετίστας Σέρτζιο Κορμπούτσι θα γυρίσει τους θρυλικούς «Κομπανιέρος», που μιλάνε με συγκλονιστική αξιοπρέπεια για το οριστικό τέλος του παιχνιδιού. Η επανάσταση βάφεται στο αίμα, φτάνει η εποχή της βίας και της απόσυρσης. Στην Ελλάδα δεν βιώνουμε τα πράγματα ακριβώς έτσι, γιατί περάσαμε από το ’74 στην ευφορία του πληθωρικού, πολιτικού λόγου και στην αναμονή ανόδου στην εξουσία των δημοκρατικών δυνάμεων της Αλλαγής. Ίσως αυτή να ήταν και η μεγάλη ουτοπία μας, στην οποία πάντως είχαμε δικαίωμα. Στις άλλες χώρες όμως έχουν νιώσει πώς ήλθε το τέλος. Στις ΗΠΑ μετά τη δολοφονία (το σημαδιακό ’68) των Ρόμπερτ Κένεντι και Λούθερ Κινγκ υπάρχει η τάση επιστροφής στο εθνικό και εσπευσμένη λήθη από την ντροπή του Βιετνάμ. Ο Νίξον παραιτείται. Στην Ιταλία με τη δολοφονία του Άλντο Μόρο οι Ερυθρές Ταξιαρχίες υπογράφουν το τέλος του. Η τρομοκρατία έχει ήδη εκκινήσει στην Ελλάδα.

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΟΙΞΗ

Το αμερικανικό σινεμά γνωρίζει μία μεγάλη τελευταία άνοιξη το ’70 με ριζοσπαστικές ταινίες («Υπόθεση Πάραλλαξ», «Τρεις μέρες του Κόνδορα», «Η συνομιλία») και το ’80 αναδιπλώνεται, για να γελοιοποιηθεί το ’90. Η Ευρώπη όμως σταθερά υπηρετεί τον κινηματογράφο των δημιουργών (Σαμπρόλ, Γκοντάρ, Τριφό, Μπέργκμαν, Αντονιόνι, Βισκόντι, Ταρκόφσκι).

Και ο γαλλικός Μάης παραμένει μία ανάμνηση, αλλά καταφέρνει να επηρεάσει την έβδομη τέχνη. Να αναφέρω σειρά ταινιών που δεν κεντρώνονται μεν στα γεγονότα του ’68, αλλά έχουν επηρεαστεί σαφώς από αυτά. Υπάρχουν λοιπόν μυθοπλασίες γεμάτες νεανικό, επαναστατικό πυρετό και άλλες σκληρές, σχεδόν αναρχικές, αντικομφορμιστικές. Ο Αντονιόνι θα γυρίσει τον ύμνο του νεανικού αντικομφορμισμού στο «Ζαπρίσκι Πόιντ» με συγκλονιστικό τέλος. Ο «αγριεμένος» Πέκινπα θα μιλήσει για μία «Άγρια συμμορία», που αποχωρεί από τη σκηνή. Δεν την ευνοούν οι νέοι σχηματισμοί, αλλά προλαβαίνει να θυσιαστεί σε ένα επαναστατικό μακελειό. Στις Κάννες βραβεύουν τις «Φράουλες και αίμα», χρονικό των κινητοποιήσεων στα πανεπιστήμια των αμερικανών φοιτητών. Ο Γκοντάρ, που ήδη έχει γυρίσει την «Κινέζα», μας λέει «Όλα πάνε καλά». Από τη Γαλλία και πάλι θα έλθει η «Μαμά και η πουτάνα» του Ζαν Εστάς.

Ωστόσο πρέπει να σημειώσω πως ένας παλαίμαχος και ακαδημαϊκός αλλά τολμηρός γάλλος σκηνοθέτης, ο Αντρέ Καγιότ, γυρίζει το «Πεθαίνω από αγάπη» το 1971, βασισμένο σε πραγματικά, συνταρακτικά γεγονότα, στην ερωτική σχέση δηλαδή μιας καθηγήτριας με έναν μαθητή της.

ΘΑΝΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ

Και βέβαια ο γαλλικός Μάης δεν τελειώνει για το σινεμά, όπως ακριβώς ποτέ δεν πεθαίνουν οι μύθοι. Υπάρχουν εξαιρετικά φιλμ που αναφέρονται ευθέως σε αυτόν. Να σημειώσω το αριστουργηματικό βραβευμένο ντοκιμαντέρ «Να πεθάνεις στα 30 σου» (1982) του Ρομέν Γκουπίλ, που τιμά τον ιδεολογικό σύντροφό του Μισέλ Ρεκανατά, ο οποίος μπλεγμένος στα αδιέξοδα του τέλους της εξέγερσης αυτοκτόνησε το 1978 μόλις στα 30 του. Χιουμοριστική, όμορφη ταινία με τον Πιέρ Ρισάρ, ουσιαστικά οδοιπορικό και δημιουργία καταδίωξης η «Πιο τρελή απόδραση στον κόσμο» (1978). Ο Φιλίπ Γκαρέλ, που είχε σχέση με το γαλλικό Μάη, θα γυρίσει ένα υποβλητικό, ασπρόμαυρο, υπνωτικό, έξοχο φιλμ, τους «Συνήθεις εραστές». Ο μέγας Λουί Μαλ δεν μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος από το Μάη της ελπίδας. Κι έτσι το ’90 θα αξιοποιήσει τον Μισέλ Πικολί και άλλους στο «Μιλού του Μάη», στο οποίο διακρίνεται και μία ειρωνική στάση στα ιστορικά γεγονότα.

ΔΕΝ ΜΕΤΑΝΙΩΝΟΥΜΕ ΠΟΤΕ

Ο μέγας επαναστάτης του σινεμά και της ιδεολογίας Μπερνάντο Μπερτολούτσι δεν μπορούσε να λείψει από το προσκλητήριο του γαλλικού Μάη. Το 2003 θα μας προσφέρει το αριστούργημά του «Ονειροπόλοι», πολλαπλά διεισδυτικό χρονικό, με πολυεπίπεδη ανάλυση, βάζοντας στο παιχνίδι και έναν αμερικανό φοιτητή. Οι σκηνές του τέλους είναι ενδεικτικές. Φωτιές, αστυνομία, βόμβες μολότοφ και η μεγάλη πρόσκληση-πρόκληση. Το τραγούδι της Εντίθ Πιάφ που πέφτει στους τίτλους του τέλους είναι χαρακτηριστικό και διάσημο: «Όχι, δεν μετανιώνω για τίποτα…».

Έτσι λοιπόν μη σκεφθείτε σήμερα πως ο γαλλικός Μάης… συνταξιοδοτήθηκε, επειδή παρήλθαν 56 χρόνια από τότε. Η ιστορική αμνησία μόνον θα μας βλάψει, τουλάχιστον στις έστω ουτοπικές ελπίδες.

ΠΡΟΒΑΛΛΕΤΑΙ  ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ

ΟΤΑΝ ΟΙ ΝΕΟΙ ΠΙΣΤΕΨΑΝ ΟΤΙ ΘΑ ΑΛΛΑΖΑΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

ΒΡΑΒΕΥΤΗΚΕ ΠΑΝΤΟΥ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΔΥΣΚΟΛΗΣ ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗΣ

ΤΙΜΗ ΣΤΟ ΜΑΗ ΤΟΥ ΄68

ΣΕ ΚΟΠΙΑ D.C.P ΨΗΦΙΑΚΑ ΑΠΟΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΗ

ΓΙΑΤΙ ΠΑΝΤΑ ΠΕΘΑΙΝΟΥΜΕ ΣΤΑ … 30!

ΟΙ ΣΙΝΕΦΙΛ  ΔΕΥΤΕΡΕΣ  ΣΑΣ ΕΥΧΟΝΤΑΙ ΜΕ ΚΑΘΕ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ  «ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΕΙΡΗΝΗ, ΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΑ»

Τα φετινά μας δώρα είναι οι ταινίες (που έρχονται) των Ταβιάνι, Γαβρά, Ντε Σίκα, Αγγελόπουλο, Πολάνσκι, Χίτσκοκ, Κιμ Κι Ντουκ, Κοέν, Κάρπεντερ, Μακαβέγιεφ, Γκρίναγουεϊ, ΄Ολμι, Κλεμάν, Γουέιαρ.

ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ-ΓΝΩΣΗ

ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΚΔΟΧΕΣ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ

του Αλέξη Ν. Δερμεντζόγλου

φωτό:«Ο Ιησούς  από την Ναζαρέτ» του Φράνκο Τζεφιρέλι

Με αφορμή το φετινό Πάσχα δίνεται η ευκαιρία να περάσουμε σε μια γόνιμη έρευνα πάνω στη διαφορετική αντίληψη πολλών σκηνοθετών σχετικά με το πώς αντιλαμβάνονται τα Θεία Πάθη και την Ανάσταση. Γενικά υπάρχον οι εικονογράφοι και άλλοι δημιουργοί που το κάνουν με τον καλύτερο τρόπο, ενώ  ορισμένοι, με χρήση στερεότυπων όπου δίνεται έμφαση στην ατμόσφαιρα εποχής, στα καλά κουστούμια και ντεκόρ, στη φωτογραφία σε αξιόπιστους ηθοποιούς. Το να βρείς μια φιγούρα που να θυμίζει την αγιότητα και το ευρύτερο στιλ  του Κυρίου είναι ιδιαίτερα δύσκολο.

Διάφορες προσεγγίσεις

Από την άλλη μεριά η αναπαράσταση γεγονότων της Αγίας Γραφής  απαιτεί έναν κορυφαίο δημιουργό για να αφηγηθεί τα κλασικά στοιχεία της Ιστορίας αλλά και να ελιχθεί, να κάνει υπαινιγμούς, να περάσει σε μια διαχρονικότητα. Βέβαια εδώ χρειάζεται να κάνω μια επισήμανση. Άλλο να είσαι ανατρεπτικός και νεωτερικός κι άλλο να λειτουργείς αιρετικά, πέρα από τους κανόνες. Η τόλμη απαιτείται να συνυπάρχει με ισορροπίες, να μην εξοργίζει, και  απαγορεύεται να λειτουργεί βλάσφημα και προσβλητικά.

Υπάρχουν και δημιουργοί που επιζητούν να είναι απλά στιλίστες. Να λειτουργήσουν λοιπόν με την φόρμα. Και υπάρχουν και άλλοι  δημιουργοί, υψηλού επιπέδου, που επιθυμούν να πράξουν το σωστό. Να τονίσουν ταυτόχρονα  και την ανθρώπινη και την θεϊκή φύση του Θεανθρώπου. Ναι στον θάνατο, στη μεγάλη εσωτερική ακτινοβολία του αλλά παράλληλα ανάδειξη και του πόνου, της αγωνίας, της οδύνης, της θυσίας.

Ισορροπίες και υπαινιγμοί

Τέλος μπορώ να καταλήξω και στους ισορροπιστές. Αυτούς που κατάφεραν να γυρίσουν άψογες, γενικά αποδεκτές αναπαραστάσεις, αλλά ταυτόχρονα να υπαινιχθούν, μέσω νύξεων, βλεμμάτων, στάσεων του σώματος, και άλλα θέματα. Κι ακόμα να σημειώσω τα ελάχιστα φιλμ υπέροχων μετατοπίσεων. Δείχνουν τη ζωή και τα Πάθη του Κυρίου και τα διαχέουν με τέτοιο πανέξυπνο τρόπο ώστε τα συνδέουν με τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους  που έχουν τα δικά τους πάθη, αγωνίες και κουβαλούν τον προσωπικό τους σταυρό.

΄Ετσι αν γίνει η κατάταξη λειτουργεί ταυτόχρονα ως πρόταση και ως έρευνα  και να δείτε δηλαδή με άλλο μάτι τη ζωή του Κυρίου αλλά και να επιλέξετε τι προτιμάτε, τι ταιριάζει περισσότερο στην άποψη και στην αισθητική σας.

Η λίστα αρχίζει με αυτή που θεωρώ την πλέον άψογη από κάθε πλευρά, παράλληλα με διακριτικές αιχμές. Είναι «Ο Ιησούς  από την Ναζαρέτ» του Φράνκο Τζεφιρέλι, που είναι  πάντα αγαπημένη ταινία, εδώ και δεκαετίες που προβάλλεται. Το αξίζει, είναι δίκαιο.

Σκληρότητα και στιλ

Το πιο σκληρό και πολύ αξιόπιστο, σε όλα τα επίπεδα, φιλμ είναι αυτό με την υπογραφή του Μελ Γκίμπσον «Τα Πάθη του Χριστού», με εξαιρετική ζοφερή ατμόσφαιρα και πολύ βία. Αναφέρθηκα σε στιλίστες δημιουργούς. Ο Τζορτζ   Στίβενς  στην  «Ωραιότερη  ιστορία του κόσμου» ακολουθεί μια σκηνοθετική γραφή στιλιστική με μορφή μυσταγωγικής τελετουργίας. Από εκεί και μετά περνάμε σε ανατροπές. «Ο Βασιλεύς των Βασιλέων» του Νίκολας Ρέι παρουσιάζει ιδεολογική υπερτροφία. Το αίτημά του είναι ότι θέλει τον Χριστό επαναστάτη, ηγέτη μιας αντιιμπεριαλιστικής εκστρατείας κατά της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Έτσι εξηγεί και δικαιολογεί την προδοσία του Ιούδα. Εδώ βέβαια πηγαίνουμε αλλού.

Ο εξανθρωπισμός

Ωστόσο όλοι οι δρόμοι δείχνουν πως οδηγούν στον Πιέρ  Πάολο  Παζολίνι και στο ασπρόμαυρο «Κατά  Ματθαίον  Ευαγγέλιο» γυρισμένο σε φυσικούς χώρους, ταπεινούς και προβληματικούς, με ερασιτέχνες ηθοποιούς και την μητέρα του δημιουργού, Σουζάνα, να παίζει τον ρόλο της Παναγίας. Εντυπωσιάζει η ετεροχρονισμένη διαχρονική παράθεση των γεγονότων μια και έχουμε αξιοποίηση ακόμα και των περίφημων spirituals   τραγουδιών με υψηλή αισθητική και στιλ. Οι Μόντι   Πάιθονς  στο «΄Ενας προφήτης μα τι προφήτης» (« Η ζωή του Μπράιαν») εξανθρώπισαν περισσότερο τον μύθο ενώ χλεύασαν στην κυριολεξία τις χολιγουντιανές υπερπαραγωγές που ασχολούνται με τα Πάθη του Κυρίου.

Μιούζικαλ και «καυτή» περιοχή

Όσο για την περίπτωση του Σκορσέζε, στον «Τελευταίο  πειρασμό» εμφανίζει μια μοναδικότητα. Ενώ ο Αμερικανός δημιουργός υπήρξε πάντα ένας καλός καθολικός ενόχλησε γιατί έδειξε και τις ανθρώπινες αδυναμίες του Κυρίου. Είναι θέμα αντίληψης πως θα αντιμετωπίσεις την ταινία που πάντως δεν είναι κακών προθέσεων. 

Στα 1973 συζητήθηκε πολύ και ενόχλησε η οπτική  του Νόρμαν Τζούισον, που διασκευάζοντας την ομώνυμη ροκ όπερα, γύρισε το μιούζικαλ  «Ιησούς  Χριστός υπέρλαμπρο  αστέρι». Πέραν των άλλων, οι σύγχρονες αναφορές  στις πολεμικές συγκρούσεις στην περιοχή ήταν πολύ ενδιαφέρουσες.

Με όλα αυτά που κατατέθηκαν οι επιλογές είναι αρκετές,  αρκεί να γνωρίζουμε τι επιθυμούμε να παρακολουθήσουμε γύρω από τα Θεία Πάθη. Πάντως επιγραμματικά «Ο Ιησούς από  τη  Ναζαρέτ» του Τζεφιρέλι αποτελεί μια παντοτινή επιλογή  μια και οι μέσοι όροι των επιδόσεων του, σ’ όλους τους τομείς, είναι πολύ υψηλοί.

Αποχαιρετισμός στον Πολ Οστερ με λίγο «καπνό» ακόμη

Μανώλης Κρανάκης FLIX

Τέσσερις ταινίες και μερικά σενάρια, ελάχιστα βιβλία του που μεταφέρθηκαν με επιτυχία στο σινεμά, ένας παράλληλος κόσμος που αγαπούσε ο Πολ Οστερ, σχεδόν όσο και τις ιστορίες του, σήμερα που έφυγε από τη «χώρα των εσχάτων πραγμάτων» στα 77 του χρόνια.

Φωτό: Στα γυρίσματα του «Lulu on the Bridge» το 1998

«Θεωρώ τις περιπέτειές μου στο σινεμά σαν ευτυχή ατυχήματα, γιατί όπως γνωρίζετε ενδιαφέρομαι για το σινεμά και ενδιαφερόμουν πάντοτε, αλλά ποτέ δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να εμπλακώ σε αυτό. Οταν η πόρτα άνοιξε και βρέθηκα να κάνω κάτι, ανακάλυψα ότι το διασκέδαζα πολύ.»

Οσο απομακρυνόμαστε από τα ένδοξα 90s λίγοι πλέον θυμούνται τον αναζωογονητικό αέρα που έφερε στο αμερικανικό – και όχι μόνο σινεμά το δίπτυχο του «Καπνού» και του «Λίγου Καπνού Ακόμη», οι δυο ταινίες που ο Πολ Οστερ έγραψε και συνσκηνοθέτησε μαζί με τον Γουέιν Γουάνγκ, μεταφέροντας σχεδόν αυτούσια την αγάπη του για τη Νέα Υόρκη των μικρών ανθρώπων και των μεγάλων αισθημάτων, των τυχαίων συναντήσεων και των καθοριστικών συμπτώσεων, των καθημερινοτήτων που μερικές φορές μοιάζουν πιο σπουδαίες από τις πιο σοβαρές βιογραφίες.

To πρώτο, ο «Καπνός» (Smoke, 1995) σε σκηνοθεσία του Γουέιν Γουάνγκ και σενάριο του Πολ Οστερ (βασισμένο σε μια χριστουγεννιάτικη ιστορία που είχε δημοσιευτεί στους New York Times), ήταν ένα ερωτικό γράμμα στην πόλη που αγάπησε περισσότερο ο δημιουργός του. Βάζοντας στο κέντρο τον Ογκι, ιδιοκτήτη ενός ψιλικατζίδικου στο κέντρο του Μπρούκλιν (βασισμένου σε έναν αληθινό ιδιοκτήτη ενός τζαζ μπαρ), ο Οστερ χαρτογράφησε την πόλη και μαζί την ίδια της της ποικιλομορφία, ανεβάζοντας το volume στον αυτοσχεδιασμό και τη ροκ διάθεση με το σίκουελ «Λίγος Καπνός Ακόμη» (Blue in the Face, 1995), διάσημο ανάμεσα σε άλλα και για το cameo της Madonna, που την ίδια χρονιά έγραψε και συνσκηνοθέτησε μαζί με τον Γουέινγ Γουάνγκ.

Αυτές ήταν και οι πιο διάσημες ταινίες του Πολ Οστερ. Είχε προηγηθεί η κινηματογραφική διασκευή του «The Music of Chance» (στα ελληνικά «Η Μουσική του Πεπρωμένου») του Φίλιπ Χάας το 1993, σε σενάριο και μια μικρή εμφάνιση του ίδιου του Οστερ που έκανε πρεμιέρα στο Ενα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ των Καννών. Και θα ακολουθούσε, εκτός από μια μικρή συμβολή στο σενάριο του «The Center of the World» του Γουέιν Γουάνγκ, το «Lulu on the Bridge», η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε μόνος του ο Πολ Οστερ, με κανονικό budget και με την πιο απογοητευτική καριέρα που θα γνώριζε ταινία του, όπως ομολογεί κι ο ίδιος, μετά από μια σειρά λάθος αποφάσεων που έκανε η παραγωγός εταιρία της ταινίας.

«Θεωρώ το «Λίγος Καπνός Ακόμη» το πιο τρελό πράγμα που έχω κάνει. Το κάναμε πάνω στον υπερβολικό ενθουσιασμό μας, ένα αίσθημα ευφορίας που νιώσαμε όλοι που είχαμε δουλέψει μαζί. Είναι μια πολύ ροκ ταινία. Δεν είναι όμορφο, αλλά έχει ενέργεια. Το αποκαλώ πάντα ως «καταστασιακή» κωμωδία αντί για «κωμωδία καταστάσεων». Περάσαμε φανταστικά. Χρειάστηκαν έξι μέρες για να γυριστεί και δέκα μήνες για να μονταριστεί. Ηταν ένας μικρός εφιάλτης…»

Στο «Lulu on the Bridge» που θα έκανε επίσης την πρεμιέρα του στο Ενα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ Καννών, αλλά δεν θα έβγαινε ποτέ στην Αμερική σε κανονική διανομή, ο Χάρβεϊ Καϊτέλ, αγαπημένος ηθοποιός του Οστερ ήδη από την εποχή του «Καπνού» υποδυόταν ένα σαξοφωνίστα που δεν μπορεί πλέον να παίξει εξαιτίας ενός ατυχήματος. Η γνωριμία του με την Σίλια – την υποδύεται η Μίρα Σορβίνο – ηθοποιο που παίζει τη Λούλου σε μια διασκευή του «Pandora’s Box», θα είναι καθοριστική. Και για τον Οστερ που θα μιλούσε για τις ανθρώπινες σχέσεις, τα προσφιλή του θέματα: τη μοναξιά, τη τζαζ, την ταυτότητα που έχουμε, αυτή που αποκτούμε και αυτή που ζητάμε… αλλά και για το ίδιο το σινεμά, μέσα στο σινεμά.

Το να αποδράς με μια ταινία δεν είναι το ίδιο με την απόδραση που προσφέρει ένα βιβλίο. Τα βιβλία σε αναγκάζουν να δώσεις κάτι πίσω, να εξασκήσεις την ευφυία και τη φαντασία σου, ενώ μπορεί να δεις μια ταινία και να την απολαύσεις μέσα σε μια κατάσταση απαθούς αφασίας

Η τελευταία ταινία που γύρισε ο Πολ Οστερ θα ήταν το «The Inner Life of Martin Frost» του 2007, με την παθιασμένη σχέση ενός συγγραφέα που πηγαίνει σε ένα εξοχικό σπίτι για να γράψει το μυθιστόρημά του μακριά από τους περισπασμούς της πόλης και μια μυστηριώδους γυναίκας που βρίσκεται απρόσκλητη εκεί. Με πρωταγωνιστές τους Ντέιβιντ Θιούλις και Ιρέν Ζακόμπ, ο Πολ Οστερ επιχείρησε το πιο φιλόδοξο φιλμικό του πείραμα («είναι μια τρελή ταινία, αλλά είναι ακριβώς αυτό που ήθελα να κάνω»), μια ακόμη κριτική και εμπορική αποτυχία που σήμανε τη λήξη της κινηματογραφικής του καριέρας.

Από τις κριτικές του στη «Μεγάλη Χίμαιρα» του Ζαν Ρενουάρ, τον «Κλέφτη Ποδηλάτων» του Βιτόριο Ντε Σίκα και τον «Κόσμο του Απού» του Σατγιαζίτ Ρέι στο «Man in the Dark που κυκλοφόρησε το 2008, μέχρι το «The Look», ντοκιμαντέρ με την Σαρλότ Ράμπλινγκ να συνομιλεί με αξιοσημείωτους ανθρώπους και από το «Πόνος και Δόξα» του Πέδρο Αλμοδόβαρ με easter eggs σε όλη την ταινία που αφορούν τον Οστερ και τα βιβλία του (συν το θέμα της ταυτότητας) μέχρι τις δυστοπίες στο «Στη Χώρα των Εσχάτων Πραγμάτων» που διασκεύασε για το σινεμά ο Αλεχάντρο Τσόμσκι το 2020 και τον κεντρικό ήρωα στο «The Book of Illusions» που θυμίζει τον Μαρτσέλο Μαστρογιάννι, το σινεμά υπάρχει πάντα κάπου στο σύμπαν του Πολ Οστερ.

«Δεν είναι ότι θέλω να γίνω αποκλειστικά σκηνοθέτης, δεν είναι το κύριο ενδιαφέρον στη ζωή μου, αλλά οι τέσσερις ταινίες που έκαναν υπήρξαν υπέροχες περιπέτειες για μένα και νομίζω με βοήθησαν πολύ σαν άνθρωπο. Είναι ωραίο να βγαίνεις από το δωμάτιο σου κάθε τόσο, να δουλεύεις με άλλους ανθρώπους, να σκέφτεσαι διαφορετικούς τρόπους να αφηγηθείς ιστορίες, οπότε πιστεύω ότι είναι ένα καλό φάρμακο για την περίπτωσή μου.»

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ: ΤΟ ΣΙΝΕΜΑ ΑΠΕΡΓΕΙ

του Αλέξη Ν. Δερμεντζόγλου

φωτό:«Νόρμα Ρέι»

Δεν  είναι αργία, είναι απεργία. Σήμερα θα θυμηθούμε και πάλι τα τόσο γνωστά σλόγκαν. Πρωτομαγιά, απεργία, ημέρα διεκδίκησης  δικαιωμάτων στην εργασία. Στην εποχή μας, που τα εργατικά δικαιώματα περιστέλλονται συνεχώς και η ανεργία μαστίζει, ειδικά  τους νέους,  λειτουργεί άραγε αυτό το σλόγκαν; Είναι λειτουργικό, μπορεί να δώσει έναυσμα για νέους αγώνες ή θεωρούν ότι δε μπορεί να ανατρέψει νόμους, αποφάσεις και οικονομικούς σχεδιασμούς; Μεγάλα ερωτηματικά σε μια ρευστή επικαιρότητα, όπου τα πάντα αλλάζουν, μετασχηματίζονται, παρεκλίνουν. Το σινεμά πάντως, εδώ και δεκαετίες, παραμένει προσκολλημένο στο να παραμένει σύντροφος σε διεκδικήσεις και  απεργίες.

Ο Μάης της Θεσσαλονίκης

Πολλές φορές στάθηκε κοντά σε πραγματικά γεγονότα που ήταν και ματωμένα. Ο Σαλονικιός Τάσος Ψαράς, στον δικό του Μάη, κατέγραψε τα γεγονότα στη Θεσσαλονίκη  στο μακρινό 1936  όταν εργάτες έπεσαν νεκροί  στη διάρκεια διαδηλώσεων.  Ο Ρίτσος έγραψε τον «Επιτάφιο»  και αργότερα ο Θεοδωράκης το μελοποίησε  «Γιέ μου, ποια μοίρα στο γραφε και ποια μου τόχει γράψει». Μνήμη, Ιστορία, γεγονότα, το αίμα να συμβαδίζει με την τέχνη.

Αρχίζω με τον Αϊζενστάιν. Η δική του «Απεργία» (1925) καταγράφει τις κινητοποιήσεις σ΄ ένα ρωσικό εργοστάσιο με την τελική σφαγή τω αιτούντων. Όταν οι εργάτς πέφτουν νεκροί, πέφτει κάτω με πόνους και μια γυναίκα. Γεννάει, με τον αισιόδοξο συμβολισμό φανερό. Ζωή από τον θάνατο, με την ελπίδα πάντα ζωντανή. Σ΄όλο τον κόσμο  και στην Ιταλία οι εργάτες, χωρίς επιδόματα και πρόνοια, δούλευαν 13 (!) ώρες την ημέρα. Τα πρώτα  σοσιαλιστικά κινήματα ζήτησαν έντονα μεγάλες αλλαγές. ΄Ετσι γεννήθηκαν οι «Σύντροφοι» του Μονιτσέλι.

Οι αθώοι μετανάστες

Στην Αμερική ταραχές  και αντεργατικοί νόμοι, διαδηλώσεις, θάνατοι και συλλήψεις. Ο Τζουλιάνο  Μοντάλντο περιέγραψε με συγκινητική ακρίβεια την τραγική  ιστορία δυό  Ιταλών  μεταναστών που κατηγορήθηκαν  άδικα και εκτελέστηκαν ακόμα πιο άδικα. Έτσι προέκυψε το γνωστό φιλμ  «Σάκκο και Βαντσέτι» με την εκπληκτική μουσική του ΄Ενιο    Μορικόνε. Και το σινεμά συνέχισε τις καταγραφές και από τις ΗΠΑ και από άλλες χώρες. Και φυσικά γυρίστηκε και μια από τις πλέον απαγορευμένες πολιτικές αμερικανικές ταινίες από μια ιστορική απεργία κι έτσι προέκυψε «Το αλάτι της Γής».

Κάποιες φορές οι απεργίες έχουν και πετυχημένο τέλος, όπως μας δείχνει το βραβευμένο με ΄Οσκαρ ντοκιμαντέρ της Μπάρμπαρα Κοπλ «Επαρχία Χάρλαν». Ένα χρόνο κράτησαν οι κινητοποιήσεις και στο τέλος τα αιτήματα έγιναν δεκτά. Αντίθετα η Κάρεν   Σίλγκουντ ,που μολύνθηκε από ραδιενέργεια κατά την διάρκεια της εργασίας της σε πυρηνικό εργοστάσιο, δεν τα κατάφερε. Παρά την έντονη συνδικαλιστική της δράση, όχι μόνον  δεν πέτυχε κάτι ουσιώδες, αλλά στο τέλος πιθανά δολοφονήθηκε. Τα είδαμε όλα αυτά  στο οσκαρικό φιλμ «Η εξαφάνιση της Κάρελ Σίλκγουντ» του Μάικ  Νίκολς.

Συνδικαλιστικά  θέματα

Μυθοπλαστική είναι η ιστορία της συνδικαλίστριας σε εργοστάσιο υφαντουργίας, «Νόρμα Ρέι» με την Σάλι Φίλντ να κερδίζει ΄Οσκαρ για τον ρόλο στο ομώνυμο φιλμ. Ο Μάρτιν Ριτ υπήρξε ιδιαίτερα αποκαλυπτικός. Αντίθετα, σε πραγματικά γεγονότα αναφέρεται και ο Αμερικανός  Τζον Σέιλς στην «Ματωμένη Αμερική». Οι εξεγερμένοι εργαζόμενοι συγκρούστηκαν σκληρά και το αίμα έρευσε άφθονο.

Από τις ΗΠΑ, που έχουν και τον λεγόμενο επαγγελματικό συνδικαλισμό (trade union), προήλθαν πολλά φιλμ γύρω απ΄ αυτό το θέμα. Έγινε ομώνυμη ταινία ο Χόφα, ο πρόεδρος του πιο ισχυρού συνδικαλιστικού σωματείου στις ΗΠΑ, αυτό των φορτηγατζήδων. Εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ. Για την δολοφονία και τους εντολοδόχους της, έδωσε σημαντικές πληροφορίες ο Μάρτιν Σκορσέζε  στον «Ιρλανδό». Για  τη ζωή τα Χόφα προέκυψε και η ενδιαφέρουσα ταινία  του Νόρμαν  Τζούισον «Πυγμή».

Ισπανία και Χιλή

Μια άλλη πλευρά του επαγγελματικού συνδικαλισμού στις ΗΠΑ έδωσε ο Ηλίας Καζάν  στην αμφιλεγόμενη πολύκροτη  και οσκαρική ταινία  «Το λιμάνι της αγωνίας». Ο μέγας Γάλλος ιστορικός του σινεμά  Ζορζ  Σαντούλ στο κλασικό βιβλίο του  θα καταγγείλει τον Καζάν ότι έμπλεξε τον συνδικαλισμό με τον συνδικαλισμό. ΄Οντως,  υπήρξε πρόβλημα που δεν λύθηκε ποτέ. Με το πέρασμα του χρόνου το φιλμ έγινε τόσο κλασικό, χάρις στη δομή του, έτσι ώστε οι διενέξεις ξεχάστηκαν. Ωστόσο τα ερωτηματικά παραμένουν.

Και φυσικά το σινεμά συνέχισε να μιλάει για την ανεργία, τα δικαιώματα, την συλλογικότητα, την πάλη. Ο Κεν  Λόουτς γύρισε πολλές έξοχες ταινίες. Από την Ισπανία  ήλθε ένα υπέροχο  φίλμ οι «Δευτέρες με λιακάδες»,για τους ανέργους αλιείς  της χώρας. Κι ακόμα ο κορυφαίος Χιλιανός σκηνοθέτης Μιγκέλ  Λίτι  μας δώρισε την «Εξέγερση στην Χιλή»(υποψηφιότητα για ξενόγλωσσο ΄Οσκαρ). Στα 1925 στη Χιλή, στα ορυχεία, οι συνθήκες ζωής και εργασίας ήταν τραγικές. Στη μεγάλη εξέγερση στην  Μαρούσια  η κυβέρνηση έστειλε στρατό και «έβαψε» την απεργία στο αίμα. Συνήθης πρακτική.