19ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

φωτογραφία 4(1)

«Ένα αστείο παιδί, που το έλεγαν Άλφρεντ», της Ελένης Λουαράση

Στον περισσότερο κόσμο υπάρχει μια στενή αντίληψη όταν αναφερόμαστε στην διασκέδαση και έτσι πολλές φορές ξεχνάει πως η μόνη προσδοκία αυτής της διαδικασίας είναι η απόλαυση. Μπορεί κάποιος λοιπόν να διασκεδάσει σε μια αίθουσα κινηματογράφου βλέποντας μια ταινία τεκμηρίωσης; Μα φυσικά, απολαμβάνοντας ένα φιλμ όπως η δημιουργία του Alexandre O. Philippe, 78/52 (2017) 91‘.

Μια υπέροχη συνάμα μοναδική δουλειά, με πολύ αγάπη για την τέχνη της κινηματογράφισης – με σεβασμό σ’εναν ογκόλιθο του παγκόσμιου κινηματογράφου στον οποίο το σινεμά οφείλει αρκετά και οι θεατές αναζητούν διαχρονικά – τον Άλφρεντ Χίτσκοκ, μια ευγενική ταυτόχρονα πολυσύνθετη προσωπικότητα που στο άκουσμα του ονόματός του, θα μπορούσε κάποιος να φέρει στο νου του έναν γλυκό, τρυφερό, ωραίο και αστείο άνθρωπο, ιδιοφυϊα στην 7η τέχνη.

φωτογραφία 5(1)

Η μητέρα μου με τρόμαξε πάρα πολύ όταν ήμουν τριών μηνών, μου είπε «Μπού»

Ο σκηνοθέτης Alexandre O. Philippe, φιλοξενούμενος του Φεστιβάλ, είναι ένας ευδιάθετος, κοινωνικός, ταλαντούχος άνθρωπος, και θαυμαστής της κινηματογραφικής γλώσσας του Χίτσκοκ – που δεν είναι πλέον ένα απλό μέσο αλλά το ίδιο το αντικείμενο της ταινίας του – ένας δημιουργός που ασχολήθηκε με την μαγεία του καρέ – όπως προσωπικά δεν γνωρίζω όμοια δουλειά – εστιάζοντας σε μια σκηνή ενός αριστουργήματος του Χίτσκοκ, της ταινίας «Ψύχω» και συγκεκριμένα στο πλάνο με τον φόνο της πρωταγωνίστριας Marion Crane – την οποία υποδύεται η Janet Leigh, καθόλου τυχαία επιλογή του σκηνοθέτη, ο οποίος γνωρίζει ακριβώς τι αποτέλεσμα στοχεύει – από τον «άνδρα πίσω από την κουρτίνα», που όπως αποκαλύπτει το ντοκιμαντέρ είναι γυναίκα και φυσικά η λεπτομέρεια επεξεργάστηκε αναλυτικά με αποτέλεσμα να έχουμε την πιο τρομακτική σκηνή των τότε καιρών με την μοναδική και εξαιρετική χρήση του μοντάζ, του πιο ισχυρού όπλου ενός σκηνοθέτη που αγαπάει το σασπένς.

0 xl97Lj0OJGbETua9

Ο θάνατος μιας όμορφης γυναίκας είναι το πιο ποιητικό πράγμα στον κόσμο. – Edgar A. Poe

Η ταινία φιλοξενεί αρκετούς καλλιτέχνες του χώρου, διαφορετικών αντικειμένων, τους οποίους συνδέει το μυστήριο του σινεμά του Χίτσκοκ. Στις συζητήσεις των νεοτέρων και στις αναφορές των παλαιοτέρων διακρίνουμε σεβασμό για την προσωπικότητα που εξετάζουν, ταυτόχρονα θαυμασμό για την αποκάλυψη του «trick» και των λεπτομερειών του μαέστρου στην σύνθεση της μελωδίας που αναστατώνει τις αισθήσεις. Στην ταινία «Psycho» δεν υπάρχει κάτι τυχαίο – όπως δείχνει επίσης η έρευνα όλων αυτών των ανθρώπων που συγκεντρώνει εύστοχα ο Philippe –  αντίθετα υπάρχουν όλες εκείνες οι λεπτομέρειες τις οποίος εάν ψάξει και βρει κάποιος, τότε θα μπορέσει να απόλαυσει το σασπένς αδιαφορώντας πλέον για τις εκπλήξεις που ενδεχομένως χρησιμοποιούν άλλοι καλλιτέχνες. 91′ ανάλυσης ενός όμορφου μυαλού είναι πράγματι λίγος χρόνος μα αρκετός για να θυμηθούμε πως ξεκίνησε το πάθος μας για το σινεμά, πως αγαπήσαμε την αναζήτηση της «μεγάλης» εικόνας και πως μέσω της ανάλυσης, επανάληψης, έρευνας, φτάσαμε να επικοινωνούμε και να κατανοούμε την παγκόσμια κινηματογραφική γλώσσα.

Norman-Bates-Birds

ο πίνακας δίπλα στον Anthony Perkins, είναι σημαντικός (πηγή Google)

Η ταινία μέσα και έξω στην ταινία, για την ταινία, θα έλεγε κάποιος για το 78/52, που ξεκινάει με ένα το πλάνο του » Psycho» – χαρακτηριστικό στα παλιά φιλμ τρόμου και νουάρ – όπου η Μαίρη έχοντας ξεκινήσει τον δρόμο για την αναζήτηση της λύτρωσης, καθώς συναντάει δυσκολίες στο δρόμο λόγο καιρικών συνθηκών, σταματάει σ’ένα motel στην άκρη του δρόμου, τα φώτα του οποίου είναι το μοναδικό κάλεσμα στο σκοτάδι για να περάσει το βράδυ της σ’ένα μέρος πιο ασφαλές. Κάθε στοιχείο είναι μοναδικό και έχει επιλεγεί με ακρίβεια για να κινήσει την υποψία του θεατή ώστε να αναζητήσει το μυστήριο που κρύβει το σκοτάδι, η βροχή, ο μοναχικός δρόμος, το πλάνο της οδηγού που στο βλέμμα της αντιλαμβανόμαστε τις συνθήκες για τις οποίες όλοι θα περνάμε την ίδια απόφαση με εκείνη, ένας χώρος με τα αντικείμενά του, ένας διάσημος πίνακας στον τοίχο «Suzanne et les Vieillards» και συγκεκριμένα του Van Mieris Frans (1635 – 1681), ένα φως, ένας μοναχικός άνδρας, ένας ηδονοβλεψίας, το ντουζ, η κουρτίνα του μπάνιου, η ταπετσαρία του μπάνιου όμοια μ’εκείνη στην ταινία «Η Λάμψη», μια σκιά, μια κασάμπα ( είδος πεπονιού που αποφασίστηκε κατάλληλο από τον Χίτσκοκ για τον ήχο του μαχαιριού που μπαίνει στην γυναικεία σάρκα, η μητέρα που ποτέ δεν είναι παρούσα…και άλλες λεπτομέρειες που είναι εξαιρετικά σημαντικές για την δημιουργία του σασπένς.

Στην ταινία είναι εμφανής η υπαρξιακή αγωνία του Χίτσκοκ, αγωνία που προσπαθεί να εκφραστεί διαμέσου της κινηματογραφικής γλώσσας : έπρεπε να γίνει ιμπρεσιονιστικά, λίγο πόδι, λίγο χέρι, λίγο … λέει ο ίδιος ο Χίτσκοκ και συμπληρώνει … ήξερα πως το χρώμα του αίματος θα ήταν αποκρουστικό στο κοινό, οπότε την έκανα ασπρόμαυρη. Ο Χίτσκοκ δεν έχει κανένα δισταγμό, ακολουθεί την γοητευτική περιπέτεια της γλώσσας που γι’ αυτόν λειτουργεί ως λύτρωση και όπως λέει ένας καλλιτέχνης στο ντοκιμαντέρ που παρακολουθούμε: εκείνος και ο Τομασίνι ξέρουν τι θέλει να δει ο θεατής, λέει ένας καλλιτέχνης στο ντοκιμαντέρ που παρακολουθούμε. Ο κινηματογράφος ήταν 14 ετών όταν κάποιος σκέφτηκε το cut, αναφέρει κάποιος άλλος. Πολλά αριστουργήματα περνάνε από την μεγάλη οθόνη, για να μας δείξουν τις σχέσεις της τέχνης με μια πολύ σημαντική στάση και στο όνομα του Ιταλού μετρ ταινιών τρόμου Dario Argento και συγκεκριμένα στην ταινία του τελευταίου «Το πουλί με τα κρυστάλλινα φτερά», ένας εξίσου σημαντικός κινηματογραφιστής για την πολυπλοκότητα του μυστηρίου, την αισθητική των ταινιών του και το πολύτιμο υλικό που άφησε στις επόμενες γενιές ( όπως είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε πέρυσι ένα σπουδαίο αφιέρωμα για τον Dario Argento, από την Κινηματογραφική Λέσχη των εργαζομένων της ΕΡΤ-3 και το ΚΕΜΕΣ ) .

φωτογραφία 3(1)

λίγο πριν την προβολή της ταινίας με τον δημιουργό της, Alexandre O. Philippe

Σχολιάστε